- καταλοει
- καταλόει
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
καταλόει — καταλοάω crush in pieces pres imperat act 2nd sg (attic epic ionic) κατᾱλόει , καταλοάω crush in pieces imperf ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic) καταλοάω crush in pieces pres imperat act 2nd sg (attic epic ionic) καταλοάω crush in… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταλούομαι — (Α) φρ. «καταλόει μου τὸν βίον» σπαταλάς την περιουσία μου, τή σκορπάς σαν το νερό στο λουτρό (Αριστοφ.) … Dictionary of Greek